Οι θαυμαστές του αυξάνονται με γεωμετρικό ρυθμό, ακολουθώντας κι εκείνοι μια πόλη που γίνεται όλο και πιο ελκυστική. Το Ηράκλειο αφήνει πίσω του παλιές προκαταλήψεις και αποτελεί τη βάση σου για μια διαδρομή θάλασσας και ιστορίας από το Φόδελε μέχρι τα Μάλια.
Είναι σαν τον παρεξηγημένο φίλο που όλοι έχουν κάτι να πουν γι’ αυτόν και όλοι προσπαθούν να σε πείσουν πως έχουν δίκιο.
Ποιος δεν θα σου πει για το Ηράκλειο ότι είναι η μεγαλούπολη της Κρήτης, ότι εδώ θα μάθεις πώς λέγεται το μποτιλιάρισμα στα κρητικά, πως δεν βγάζεις άκρη από το χάος και το θόρυβο, πως…
Και όπως συμβαίνει συνήθως, μπορεί σ’ όλα αυτά να υπάρχει μια δόση αλήθειας, όμως αυτή η πόλη δεν αρχίζει ούτε τελειώνει εκεί: το Ηράκλειο έχει βαλθεί να αλλάξει πρόσωπο για τα καλά, αφήνει πίσω του τα στερεότυπα που το χαρακτήριζαν, βάζει τα καλά του, στρέφει ξανά το βλέμμα του προς τη θάλασσα, αρχίζει να αρέσει (κι άλλο), μεταμορφώνεται σιγά σιγά από «είσοδο» στην Κρήτη σε τόπο που σε «δένει» με τα θέλγητρά του και δεν λέει να σε αφήσει. Και να ΄ταν μόνο η πόλη;
Από το Φόδελε και την Αγία Πελαγία μέχρι τη Χερσόνησο και τα Μάλια, ολόκληρο το ηρακλειώτικο παραλιακό μέτωπο έχει πολλά να σου πει, άγνωστα για τους πολλούς, περήφανα μυστικά για τους πιο ανήσυχους και ψαγμένους. Κι αν το στοίχημα τώρα ξεκινάει, κάτι σου λέει πως μπορείς από τώρα να πάρεις θέση και να είσαι από τους τυχερούς που θα γνωρίσουν το Ηράκλειο… από την καλή!
Ο δρόμος που είχε τη δική του ιστορία
Φτάνεις λοιπόν το πρωί στο λιμάνι του Ηρακλείου και σαν υποψιασμένος που είσαι ξέρεις ακριβώς ποιον δρόμο πρέπει να πάρεις και πού θα σε βγάλει. Με τις βαλίτσες στα χέρια και το εισιτήριο του πλοίου ακόμα στην τσέπη, ανηφορίζεις σιγά σιγά την 25ης Αυγούστου, τον δρόμο που θα σε περάσει μπροστά από τα πιο εντυπωσιακά ηρακλειώτικα νεοκλασικά.
Αυτά έβλεπαν κάποτε και οι νιοφερμένοι στην πόλη και έβαζαν με το νου τους πως όλο το Ηράκλειο είναι έτσι χτισμένο· αμ δε! Αλλού είναι οι ομορφιές του, κι όχι στα παλιά αρχοντικά, εξ ου και ο δρόμος αυτός είναι γνωστός και σαν «οδός Πλάνης», για τον… τουριστικό αποπροσανατολισμό που επέβαλλε στους ανυποψίαστους.
Οπως και να τον πεις πάντως, η κατάληξή του δεν αλλάζει: θα σε φέρει στην πλατεία Βενιζέλου με τα περίφημα λιοντάρια, για να δοκιμάσεις πρωί πρωί τη φημισμένη ζεστή μπουγάτσα που θα σε στυλώσει και θα σου χαρίσει τις πρώτες ηρακλειώτικες γεύσεις. Εδώ θα γυρίσεις και το μεσημέρι για ένα περιποιημένο σουβλάκι… γίγας με γύρο και γιαούρτι, ένα ακόμη γευστικό must της κρητικής μεγαλούπολης. Μα, για στάσου, μόνο για να φάμε ήρθαμε στο Ηράκλειο; Καμιά ρακή δεν θα πιούμε; Εννοια σου και όλα θα γίνουν..
Απέναντι από τα λιοντάρια θα δεις το μέγαρο της Λότζια, το ενετικό στολίδι της πόλης, με τις καμάρες της και τη στοά της· και θα θες να τη φωτογραφήσεις πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ, κάθε ώρα της μέρας, να αποτυπώσεις όσο το δυνατόν καλύτερα το πώς αλλάζει η όψη της έτσι όπως φωτίζεται διαφορετικά κάθε στιγμή.
Θα δεις και την εκκλησία του Αγίου Τίτου, που σε όλα της τα χρόνια φρόντισε για την πίστη χριστιανών και μουσουλμάνων ούσα χριστιανική εκκλησία, καθολική επισκοπή αλλά και τζαμί, αλλά και τον παλιό καθολικό του Αγίου Μάρκου και νυν πινακοθήκη. Κι έπειτα θα βάλεις τα χέρια στις τσέπες και θα πιάσεις ένα ένα τα στενά και τους πεζόδρομους, μετρώντας ενετικές και τούρκικες κρήνες, αλλά και μαχαιράδικα και κάθε λογής μαγαζιά.
Θα κάνεις μια βόλτα μέχρι τον πολιούχο Αγιο Μηνά και έπειτα θα έρθεις στην Αγορά, στην οδό 1866, για ένα αληθινό πανηγύρι χρωμάτων και αρωμάτων. Ο,τι κρητικό προϊόν κι αν βάλεις με τον νου σου, εδώ θα το βρεις σε δόσεις… μεγάλες και χορταστικές, παρέα με μια ρακούλα.
Ηράκλειο και θάλασσα έσονται εις σάρκαν μίαν
Το Ηράκλειο, είπαμε, αλλάζει, και η πιο μεγάλη αλλαγή είναι το νέο του παραλιακό μέτωπο. Πολλά χρόνια τώρα η πόλη ήταν σχεδόν αποκλεισμένη από τη θάλασσα, παράδοξο για τον τόπο που κάποτε ήταν το λιμάνι της μινωικής Κνωσού. Ηρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου, και τώρα ολόκληρος ο δρόμος από το παλιό ενετικό λιμάνι και τα νεώρια μέχρι σχεδόν το Παγκρήτιο στάδιο γίνεται ένας ενιαίος χώρος περιπάτου, μια ανάσα αναψυχής που έλειπε πολύ.
Οι Ηρακλειώτες έχουν ήδη αγκαλιάσει την καινούρια προκυμαία και θες δε θες θα τους ακολουθήσεις κι εσύ, σε ένα σεργιάνι δίπλα στα κύματα με φόντο την Αμμουδάρα από τη μια και τον ρωμαλέο Κούλε από την άλλη.
Στιβαρός σαν αληθινός κρητικός φρουρός και εκλεπτυσμένος ως γνήσιο βενετσιάνικο δημιούργημα, ο Κούλες είναι το εντυπωσιακό φρούριο που «φυλάει» το παλιό λιμάνι του Ηρακλείου. Η βόλτα στον λιμενοβραχίονα με τη θέα προς την πόλη είναι αγαπημένη συνήθεια των κατοίκων και μιας από τις ωραιότερες βόλτες για τον επισκέπτη.
Αυτό που δεν θα αλλάξει ποτέ στο Ηράκλειο, που ποτέ δεν θα πάψει να το χαρακτηρίζει και να το αγκαλιάζει, είναι τα τείχη του, μια αληθινή ζωντανή καστροπολιτεία, τα καλύτερα διατηρημένα τείχη σ’ ολόκληρη τη Μεσόγειο, μαζί ίσως με την Αβιλα της Ισπανίας.
Σα να γνώριζαν τις θύελλες που του επεφύλασσε η Ιστορία, οι Ενετοί φρόντισαν να ασφαλίσουν την πόλη με τείχη γερά, ικανά να αποκρούουν τις επιθέσεις των εχθρών τη μια μετά την άλλη. Και μα τον Αγιο Μηνά, έτσι έγινε! Είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια πολεμούσαν οι Οθωμανοί να πάρουν τον Χάντακα, ή Κάντια, όπως λεγόταν εκεί στα 1600 και άκρη δεν έβγαζαν.
Και δώστου ο σουλτάνος να παίρνει τα κεφάλια των επικεφαλής πασάδων, τιμωρία για την ανικανότητά τους να κυριεύσουν την πόλη. Ο,τι όμως δεν μπόρεσε να καταφέρει το μπαρούτι, έμελλε να το πετύχει τελικά το πιο ακαταμάχητο όπλο των αιώνων: το χρήμα. Ο Χάντακας έπεσε με προδοσία, όμως τα τείχη έμειναν μέχρι σήμερα ανέπαφα, σπάνιο δείγμα οχυρωματικής τέχνης και ονειρικός περίπατος στα χνάρια της ιστορίας.
Από τον προμαχώνα της Σαμπιονάρα μέχρι τον αντίστοιχο του Ιησού, και από το Μαρτινέγκο με το προσκύνημα στον τάφο του ελεύθερου στην αιωνιότητα Νίκου Καζαντζάκη, μέχρι τον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, τα ηρακλειώτικα τείχη προ(σ)καλούν σε ένα ασύλληπτο σεργιάνι. Και όχι μόνο στο μακρινό παρελθόν, μα και στο πολιτιστικά πλούσιο παρόν του Ηρακλείου, με τις συνεχείς εκδηλώσεις που φιλοξενούνται στα τείχη, στους χώρους των δύο Κηποθεάτρων, Ν. Καζαντζάκης και Μ. Χατζιδάκις, που έχουν αναθρέψει γενιές και γενιές.
Κάπως έτσι αυτή η πόλη συνεχίζει να αλλάζει, να μην είναι πια «η πόλη αυτή που με μπερδεύει, η πόλη αυτή που με παιδεύει» αλλά «η πόλη αυτή που με μαγεύει»…
Από το Φόδελε ως το Ηράκλειο
Οι ψιλόλιγνες μορφές του με τα έντονα χρώματα, φιγούρες που μοιάζουν να τεντώνονται προς τον ουρανό σαν μέσα σε απόγνωση και θρησκευτική έξαψη, τον έκαναν αναγνωρίσιμο σε ολόκληρο τον κόσμο. Κι εκείνος πάντα σεμνά υπέγραφε τα έργα του με το ελληνικό του όνομα, ακόμη κι όταν όλοι τον αναγνώριζαν ως Ελ Γκρέκο: Δομήνικος Θεοτοκόπουλος είναι το όνομά του και το χωριό όπου γεννήθηκε είναι το Φόδελε, εκεί στο δυτικότερο άκρο του βόρειου Ηρακλείου. Σήμερα στο χωριό θα δεις το περιποιημένο μουσείο του κορυφαίου Κρητικού ζωγράφου, με αντίγραφα έργων του και πληροφορίες για τη ζωή του.
Από το Φόδελε ο δρόμος σε φέρνει ανατολικά προς την Αγία Πελαγία, από τα πιο γνωστά τουριστικά θέρετρα της Κρήτης, προορισμός για οικογένειες αλλά και για λάτρεις των θαλάσσιων σπορ. Εδώ που κάποτε οι Μινωίτες έδεναν τα καράβια τους, σήμερα απολαμβάνεις τη δροσιά στα γαλάζια νερά των ακτών, στην Αγία, στη Λυγαριά, στο Μονοναύτη, όπου σου κάνει κέφι.
Αν μάλιστα ακολουθήσεις το μονοπάτι από τα βράχια στην ανατολική άκρη της Αγίας Πελαγίας θα βρεις μια απομονωμένη παραλία που λίγοι ξέρουν, τις Φυλακές, με καταπράσινα νερά που θα σε κάνουν να… ομολογήσεις και να ζητήσεις μέχρι και… ισόβια!
Καθώς πλησιάζεις προς το Ηράκλειο, θα κάνεις μια στάση στο Παλαιόκαστρο, με την παραλία κάτω από τη γέφυρα της εθνικής οδού και τα απομεινάρια του φρούριου στον βράχο πάνω από την ακτή. Γενοβέζικο από την πλευρά του δρόμου, βενετσιάνικο από τη θάλασσα, το παλιό κάστρο λίγο ήταν για κάποια χρόνια το μήλον της έριδος ανάμεσα στις δυο ιταλικές πόλεις.
Μινωικό παρελθόν και ξέφρενο παρόν
Στα χρόνια της Κνωσού, από το Ηράκλειο μέχρι τα Μάλια ζούσαν και βασίλευαν ο Μίνωας, ο Σαρπηδόνας και όλοι οι προύχοντες της εποχής. Σήμερα, κάποιες χιλιετίες αργότερα, αν οι άρχοντες αυτοί επέστρεφαν θα έδιναν «μινωικές» μάχες για να εξασφαλίσουν μια ξαπλώστρα, μια ομπρέλα στον ήλιο· ολόκληρη σχεδόν η ακτογραμμή μέχρι τα σύνορα με το Λασίθι έχει αξιοποιηθεί στο έπακρο από μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα και beach bars, με τη Χερσόνησο και τα Μάλια να κρατούν ασφαλώς γερά τα πρωτεία. Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Η τελευταία παραλία που βλέπεις από το αεροπλάνο λίγο πριν προσγειωθεί στην πίστα του αεροδρομίου Ν. Καζαντζάκης, είναι μία, οι εξής… τέσσερις: η Φλορίδα, ο Καρτερός, η Αμνισός και το Τομπρούκ βρίσκονται δίπλα ακριβώς στο αεροδρόμιο, και θεωρούνται πια ως μία ενιαία μεγάλη παραλία.
Στη Φλορίδα θα δεις μέσα σε μια σπηλιά το εκκλησάκι των Αϊ- Γιάννη και Οσίου Νίκωνα του Μετανοείτε ενώ στην Αμνισό θα δεις από κοντά τη μινωική «έπαυλη των κρίνων» (οι περίφημες τοιχογραφίες με τα κρίνα εκθέτονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου) και τη βραχονησίδα του Κουρκουμέλη, του αλαζόνα βασιλιά που κάποτε προκάλεσε τον ίδιο τον Θεό να τα βάλει μαζί του, για να δει στη στιγμή το βασίλειό του να βυθίζεται και να μη μένει απ’ αυτό παρά μόνο ένας βράχος στη θάλασσα.
Το Κοκκίνη Χάνι, ο Βαθειανός Κάμπος με τον αρχαία έπαυλη του Νίρου Χάνι και οι Κάτω Γούβες (με το γραφικό εκκλησάκι του Αγ. Κωνσταντίνου που προτιμούν πολλοί νιόπαντροι για τις πρώτες φωτογραφίες του έγγαμου βίου τους) είναι τρεις ακτές που γεμίζουν με πολύ κόσμο και ακόμη περισσότερες λευκές ξαπλώστρες και ομπρέλες…
Ξέρεις τη Χερσόνησο σαν το απόλυτο ξεφάντωμα στην Κρήτη, σαν τον τόπο όπου θα έρθεις για να διασκεδάσεις ξέφρενα, έτσι όπως πουθενά αλλού. Και έτσι είναι· ή σχεδόν. Θα διαπιστώσεις πως εδώ, όπως και η γειτονική Σταλίδα και τα Μάλια, έχουν μετατραπεί σε βορειοευρωπαϊκές αποικίες, με χιλιάδες ξένους τουρίστες να κατακλύζουν τους οικισμούς, εξ ου και οι αμέτρητες πινακίδες στα ολλανδικά ή τα ρώσικα.
Πριν παρασυρθείς, ωστόσο, από το τουριστικό τσουνάμι, θα δεις την παλαιοχριστιανική βασιλική στη Χερσόνησο, στο ακρωτήρι Καστρί, με τα σπάνια ψηφιδωτά, το ρωμαϊκό θέατρο μέσα στον οικισμό και κυρίως το μεγάλο μινωικό ανάκτορο στα Μάλια, λίγο μετά την παραλία του Ποταμού, ο πιο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος μετά την Κνωσό και τη Φαιστό. Εδώ λέγεται πως έμενε ο Σαρπηδόνας, ο αδερφός του Μίνωα, ανήμπορος μάλλον κι αυτός να προβλέψει το τι θα επακολουθούσε στα χωράφια του κάποιες χιλιάδες χρόνια αργότερα…
Κείμενο: Γιάννης Μαντάς