Μετά την πρόταση που παρουσίασε ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ το βράδυ της Τετάρτης στον κ. Τσίπρα, ο πρωθυπουργός πείστηκε ότι μόνο με μία δυναμική, έστω και αμφιλεγόμενη κατά πολλούς, πρωτοβουλία μπορεί να σπάσει το γόρδιο δεσμό των διαπραγματεύσεων. Έβαλε κανονικά στο τραπέζι το ενδεχόμενο να μην πληρωθεί το ΔΝΤ – κάτι σαν το «πιστόλι», για το οποίο είχε γίνει και παλαιότερα λόγος. Τώρα είναι σαφές το δίλημμα και ακόμη σαφέστερος ο χρονικός ορίζοντας: στις 30 Ιουνίου, εάν δεν έχει υπάρξει συμφωνία ή θα πληρωθούν μισθοί και συντάξεις ή το ΔΝΤ. Και φυσικά η απάντηση έχει ήδη δοθεί από την Αθήνα.

Επιδιώκει λοιπόν η κυβέρνηση, αφενός να θέσει ένα συγκεκριμένο χρονικό όριο στις συζητήσεις, αφετέρου να κινητοποιήσει ακόμη περισσότερο τους ηγέτες, ειδικά την Άνγκελα Μέρκελ και τον Φρανσουά Ολάντ, ώστε να ξεμπλοκαριστεί η διαδικασία αναζήτησης ενός συμβιβασμού.

Η πρώτη αντίδραση των δύο ηγετών, το βράδυ της Πέμπτης, ερμηνεύτηκε ως ενδεικτικό του νέου ενδιαφέροντος από το Βερολίνο και το Παρίσι.

«Κακό σημάδι» η μη πληρωμή της δόσης για την Κομισιόν, μεταδίδει το πρακτορείο Reuters, επικαλούμενο πηγές από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. «Τα πράγματα θα είναι δύσκολα από εδώ και πέρα», τονίζει η ίδια πηγή.

Απόγνωση και περιφρόνηση δείχνει η κίνηση της Αθήνας, σημειώνει η βρετανική εφημερίδα Guardian. Η ίδια η Κριστίν Λαγκάρντ, λίγη ώρα πριν κατατεθεί το αίτημα, εξηγούσε πως, βάσει των δηλώσεων Τσίπρα, ανέμενε η δόση της Παρασκευής να πληρωθεί κανονικά.

«Μπορούσες σχεδόν να ακούσεις τα δόντια των στελεχών του Ταμείου να τρίζουν, όταν έλαβαν το αίτημα της Αθήνας να μην πληρώσει τη δόση της Παρασκευής» σημειώνει η βρετανική εφημερίδα.

«Ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο εριστικός υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας, εδώ και καιρό υποστηρίζει ότι το τέλος Ιουνίου είναι η πραγματική ημερομηνία λήξης των διαπραγματεύσεων», σημειώνει ο Guardian, «αλλά η απόφαση της τελευταίας στιγμής να καθυστερήσει η πληρωμή, μόλις μερικές ώρες μετά την δήλωση της Λαγκάρντ ότι περιμένει την καταβολή της, πυροδότησε παράλληλα απόγνωση και περιφρόνηση», γράφει η εφημερίδα.

Βάσει της επίσημης δήλωσης του κυρίου Ράις, οι τέσσερις δόσεις ενοποιούνται και η νέα ημερομηνία αποπληρωμής είναι πλέον η 30ή Ιουνίου, όταν η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλλει το συνολικό ποσό, που υπολογίζεται στο 1,53 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, η Τράπεζα της Ελλάδος κατέθεσε το σχετικό αίτημα στην έδρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσιγκτον, έπειτα από απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης.

Μετά τις καταιγιστικές εξελίξεις, η Ελλάδα δεν πληρώνει την πρώτη δόση του μήνα – ύψους 300 εκατ. ευρώ – που θα έπρεπε να καταβληθεί αύριο Παρασκευή, παρά τις προ δέκα ημερών διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου του υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη.

Οι δόσεις του Ιουνίου που έπρεπε να πληρώσει η Ελλάδα, είναι αυτή της Παρασκευής 5 Ιουνίου, ύψους 298 εκατ. ευρώ, της Παρασκευής 12 Ιουνίου, ύψους περίπου 336 εκατ. ευρώ, της 16ης (περίπου 560 εκατ. ευρώ) και της 19ης Ιουνίου (336 εκατ. ευρώ).

«Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα εργάζομαι για να λήξουν όλα αίσια» δήλωσε η Γερμανίδα καγκελάριος “Αγγελα Μέρκελ σε συνέντευξη που παραχώρησε απόψε στο ιταλικό τηλεοπτικό κανάλι Rai1.

Η κ. Μέρκελ, απαντώντας σε ερώτηση της ανταποκρίτριας της ιταλικής δημόσιας τηλεόρασης στο Βερολίνο τόνισε:

«Η Ελλάδα θέλει να μείνει μέλος του ευρώ. Το επιθυμεί και η Γερμανία, το επιθυμούν όλες οι χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την μεριά μας σεβόμαστε την αρχή της αλληλεγγύης, αλλά πρέπει να καταβληθεί μια προσπάθεια και από μέρους της Αθήνας. Η Ελλάδα βρίσκεται σχεδόν στο τέλος του δεύτερου προγράμματος βοήθειας και εμείς θέλουμε το πρόγραμμα αυτό να ολοκληρωθεί με θετικό τρόπο. Πάνω στο σημείο αυτό είναι σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις. Ο χρόνος λιγοστεύει, είναι αλήθεια, εγώ εργάζομαι για να λήξουν όλα αίσια.

Στην ερώτηση αν «στα πέντε χρόνια που διαρκεί η ελληνική κρίση η Γερμανία θα μπορούσε να έχει κάνει περισσότερα πράγματα και αν η πολιτική της λιτότητας πάση θυσία δυσκόλεψε τα πράγματα», η καγκελάριος απαντά:
«Όχι, αυτό πραγματικά δεν το πιστεύω. Η Ελλάδα έλαβε γενναιόδωρες βοήθειες. Η κατάσταση βελτιωνόταν λίγο. Στην συνέχεια, με τις βουλευτικές εκλογές, υπήρξε οπισθοδρόμηση. Τώρα πρέπει να την επαναφέρουμε προς την ανάπτυξη. Η Ιρλανδία είχε πιο σκληρούς όρους στο πρόγραμμά της και τώρα είναι η χώρα με την καλύτερη οικονομική ανάπτυξη σε όλη την Ευρώπη. Αναπτύσσονται η Ισπανία και η Πορτογαλία και πρέπει να επιστρέψει στην ανάπτυξη και η Ελλάδα. Αν δούμε, όμως, τα δομικά της προβλήματα, καταλαβαίνουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες».